Welcome to my blog

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2024

Οι κούκλες της κ Παρίση στο Μόλυβο αποτελούν κομμάτι της ζωντανής ελληνικής παράδοσης

   H χαρά μου ήταν μεγάλη που στο τελευταίο μου ταξίδι στην Λέσβο γνώρισα μια σπάνια προσωπικότητα του νησιού, την Δώρα Γιαννάκου-Παρίση, το καμάρι του Μολύβου, που δεν είναι μόνο μια καλλιτεχνική φιγούρα του Μολύβου, αλλά και ένας τοπικός φάρος πολιτισμού, με πολυσύνθετη προσφορά στα τοπικά δρώμενα. Όταν τελείωσε το Παρθεναγωγείο της Μυτιλήνης, σπούδασε λογιστική, ξένες γλώσσες, ενώ αποκτά και το δίπλωμα κοπτικής-ραπτικής. Στις αρχές του ’60 ταξιδεύει στο Παρίσι, με υποτροφία, για να σπουδάσει χειροτεχνία, ενώ αποφασίζει να ολοκληρώσει και τις σπουδές της ως modeliste. Συνεργάζεται επιτυχώς με τον γνωστό κεραμίστα Γιάννη Χατζηγιάννη και την εποχή εκείνη φτιάχνει τις πρώτες κεραμικές κούκλες, τις οποίες δουλεύει μέχρι να τις προσδώσει το προσωπικό της ύφος, χρησιμοποιώντας παραδοσιακά υλικά και υφάσματα. Οι λιομαζώχτρες , οι καραβοκύρηδες, οι αφεντάδες κι οι καπεταναίοι, φτιάχτηκαν με πολύ κόπο και σημασία στην λεπτομέρεια. Με την παρουσία της και την έμπνευσή της η κ. Παρίση έβαλε το δικό της λιθαράκι στο θαυμάσιο κήπο της λαϊκής μας τέχνης. Η Λέσβος όπου γεννήθηκε, μεγάλωσε και ευεργετήθηκε από την άπιαστη μαγεία του Αιγαιοπελαγίτικου χώρου, οι άνθρωποι με τους οποίους ήρθε σε επαφή, σπουδαίοι σαν τον Μιχάλη Γούτο ή απλοί σαν τους χωρικούς των νησιών μας, η αγάπη της για τους τελευταίους και την παράδοσή τους, η μακροχρόνια  πρακτική της πείρα συνδυασμένη με τη φυσική της δεξιοτεχνία, η επίμονη όσο και επίπονη προσήλωσή της τόσο στη λαογραφική ορθότητα, όσο και στην τεχνική τελειότητα, οδηγούν το πηγαίο καλλιτεχνικό αίσθημα της κ. Δώρας στην πιο μεστή του έκφραση. Οι κούκλες της αποτελούν κομμάτι της ζωντανής ελληνικής παράδοσης, ταξιδεύουν σε όλο τον κόσμο, διαφημίζουν την πατρίδα μας και συμμετέχουν σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις. Μερικές από αυτές στολίζουν σήμερα το αρχοντικό της και οι υπόλοιπες βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές και ιδρύματα.

    Η ίδια δεν αποχωρίζεται το νησί της και στο Μόλυβο διατηρεί και συντηρεί ένα αρχοντικό του 18ου αιώνα, το αρχοντικό Γιαννάκου, όπου κατοικεί η ίδια και αποτελεί ένα τοπόσημο της περιοχής. Οι αρχαιολόγοι τοποθετούν τη δημιουργία του γύρω στο 1790, διαθέτει πολεμίστρες και μια κρυφή δίοδο διαφυγής για τον φόβο των πειρατών , υπήρξε η κατοικία του τούρκου Αγά της περιοχής και το 1935, με την ανταλλαγή των περιουσιών πέρασε στην οικογένεια Γιαννάκου. Διαθέτει υπέροχες και σπάνιες οροφογραφίες τριών διαφορετικών τεχνοτροπιών, αλλά και μια σειρά από τοιχογραφίες που απεικονίζουν την Βασιλεύουσα, καθώς και μοναδικά μοτίβα με εντυπωσιακούς χρωματισμούς. Από τις αρχές του ’80 η κ. Παρίση ξεκίνησε έναν αγώνα για να συντηρήσει τις περίτεχνες οροφογραφίες του σπιτιού αλλά και το ίδιο το σπίτι από την φθορά του χρόνου. Απευθύνθηκε σε φορείς του τόπου και στο ίδιο το Υπουργείο, αλλά δυστυχώς δεν έγινε καμιά προσπάθεια από τους υπευθύνους να αναγνωρίσουν το κτίριο ως ένα από τα παλαιότερα κτίρια του Μολύβου και να το εντάξουν σε κάποιο πρόγραμμα επισκευής και συντήρησης. 

    Η ίδια αν και αντιμετωπίζει κινητικά προβλήματα επιμένει να μένει στο πατρικό της μέχρι σήμερα, να αγωνιά για όσα προβλήματα φθοράς παρουσιάζει και να αναρωτιέται ποιο θα είναι το μέλλον του. Στο αρχοντικό αυτό η κουζίνα είναι το επίκεντρο του σπιτιού και την ημέρα της επίσκεψης μας ο γιος της (που ζει μόνιμα στο Λονδίνο) μας καλωσόρισε, πριν από την ίδια.  Η αρχόντισσα καταπιανόταν με τις συνταγές  της και βρισκόταν στην κουζίνα ετοιμάζοντας παστουρμαδόπιτα και κεφτέδες για το μεσημεριανό γεύμα. Δεν παρέλειψε να μας μιλήσει με νοσταλγία για την μητέρα της Ελένη και την θεία Τασία που μεγαλουργούσαν στην κουζίνα, φτιάχνοντας καταπληκτικά φαγητά, καλλιεργώντας και στην ίδια την αγάπη για τη μαγειρική. «Ποτέ κανείς δεν  ζημιώθηκε, όταν μάθει να μαγειρεύει και να εμπλουτίζει με  συνταγές  το ρεπερτόριό του». Την κουζίνα τους, στο αρχοντικό τους, τροφοδοτούσε με τα καλά της θάλασσας , το καΐκι τους, που ο πατέρας της καπετάν Ηρακλής έδωσε το όνομα της γυναίκας του Ελένης.

    Μεγαλωμένη με τα νάματα της γνήσιας Μυτιληνιάς, το 1998, η κ. Παρίση αποφασίζει να εκδώσει ένα θαυμαστό βιβλίο, τις «Γεύσεις του Αιγαίου» (εκδόσεις Τοπίο), που περιλαμβάνει 65 συνταγές από το νησί της Μυτιλήνης, αλλά και το υπόλοιπο Βόρειο Αιγαίο, κι έχουν τις ρίζες τους στα παράλια της Μικράς Ασίας. Οι πρόσφυγες μετέφεραν στα νησιά τις δικές  τους παραδόσεις και οι ντόπιες γευστικές παρακαταθήκες εμπλουτίστηκαν με νέες  συνταγές, με ευφάνταστες εκτελέσεις και παρασκευές. Όταν ολοκληρώθηκε η συνομιλία μας με την κ. Παρίση εκείνη μας φιλοδώρησε  με ένα βιβλίο της κι ετοιμαστήκαμε να την αποχαιρετήσουμε. Όμως εκείνη κοντοστάθηκε και μας κάλεσε να δοκιμάσουμε την παστουρμαδόπιτα της. «Ε, τι δεν μπορείτε να φύγετε, χωρίς να την γευτείτε». Το κάναμε με μεγάλη χαρά, αλλά με δυσκολία συγκρατηθήκαμε να μην ζητήσουμε επανάληψη.